Welcome

Εδώ θα βρείτε σκέψεις, όνειρα, ελπίδες, φιλοδοξίες, ανησυχίες και πολύ στρες. Έναν κόσμο που ισορροπεί ανάμεσα στην φαντασία και στην πραγματικότητα.

Τις μεγάλες αντιθέσεις και τα αντικρουόμενα συναισθήματα.

Εδώ θα βρείτε παιδικές φαντασιώσεις και την βαρβαρότητα του ρεαλιστμού που βιώνει κανεις, όταν μεγαλώσει.

Όλα εδώ, με μπόλικη χρυσόσκονη, τυλιγμένα με ζάχαρη, με γεύση γλυκό κεράσι, με μυρωδιά τριαντάφυλλου και βανίλιας. Όλα εδώ, σε ένα ποτήρι, να τα πιείτε και να ευχαριστηθείτε.

Καλώς ήρθατε στον κόσμο τον δικό μου.

29 Ιουν 2016

Πριν ακόμα σε γνωρίσω, ήξερα πως θα φανείς (?)

Όταν σε γνώρισα μου φάνηκες γνωστός από καιρό, μου φάνηκε ότι σε ήξερα από κάπου, αλλά δεν μπορούσα να θυμηθώ από πού, να εδώ κάτω από την γλώσσα μου είχα την μορφή σου. Από στιγμή σε στιγμή θα θυμηθώ που σε ξέρω έλεγα και σκεφτόμουν όλα τα πιθανά μέρη που θα μπορούσα να σε είχα συναντήσει.

Να ήταν στην δουλειά; Όχι δεν έχεις καμία σχέση με την δουλειά μου, να ήταν στο «καφέ» που πηγαίνω; Μπα ούτε εκεί, να ήταν στο γυμναστήριο; Όχι ούτε εκεί ήταν… Πέρασαν οι μήνες και ακόμα δεν έχω καταλάβει από πού σε ήξερα.

Ύστερα είναι αυτή η φαντασία μου που πλάθει εικόνες, γεγονότα, περιστατικά, ακόμα και αναμνήσεις και ναι, υπήρχες εκεί, στο μυαλό μου πριν ακόμα σε γνωρίσω, και όταν ήρθες, μου φάνηκες οικείος, γνωστός, σαν κάποιος που ήξερα χρόνια και είχαμε πει πολλά και είχαμε ζήσει πιο πολλά και δεν χρειάζονταν πολλές λέξεις  και πολλές στιγμές, πολλά λόγια, έφτανε μόνο ένα βλέμμα, μία έκφραση του προσώπου, μία φευγαλέα κίνηση για να καταλάβει ο ένας τον άλλον

Και μετά από λίγο αυτό δεν είναι αρκετό, δεν φτάνει μόνο η φαντασία, δεν φτάνει μόνο να συναντιόμαστε τυχαία και ψάχνω τρόπους αιτίες και αφορμές για να σε δω ξανά, να σου μιλήσω να αποσπάσω την προσοχή σου, ένα σου βλέμμα και μία συλλαβή.

Και τότε αρχίζω και καταλαβαίνω ότι αυτό που υπήρχε στο μυαλό μου, υπάρχει και εκεί έξω, είσαι εσύ αλλά είσαι τόσο φοβισμένος και άπειρος, τόσο ταμπουρωμένος στον εαυτό σου, κρύβεσαι πίσω από την δουλειά και την καριέρα σου και μου πλασάρεις την τέλεια ζωή σου που στην πραγματικότητα, τόσο λατρεύεις να μισείς.

Που δεν έχεις την δύναμη να αλλάξεις, δεν έχεις την δύναμη να με βάλεις στην ζωή σου, να γεμίσει με χαρά και νόημα, να φέρει ανατροπές, εκπλήξεις, εκρήξεις, ευτυχία και χαρά, ζήλεια καυγάδες και ό,τι άλλο συνεπάγεται μία υγιή σχέση.

Θέλεις να ζεις την ζωή σου σαν μία ευθεία γραμμή, με μία σταθερότητα και μία σιγουριά πάντα, να μην σου ταράξουν τα ήρεμα νερά και αποσυντονιστείς. Δεν το αντέχεις αυτό, στ΄ αλήθεια δεν το αντέχεις, γιατί πολύ απλά δεν έχεις να μάθεις να το ζεις. Ξέρεις γιατί; Γιατί τελικά οι άνθρωποι έχουν μάθει να κάνουν αυτό που έχουν συνηθίσει να κάνουν. Και αυτό που εσύ έχεις συνηθίσει είναι η μοναξιά.

Η μοναξιά που δεν την αισθάνεσαι τώρα γιατί έχεις κρυφτεί πίσω από την ψευδαίσθηση της καριέρας και της «μισής» οικογένειας. Όταν μένεις μόνος όμως το αντέχεις; Κλείσε την τηλεόραση, κλείσε και τον υπολογιστή, κλείσε και το ράδιο αν έχεις, αν δεν πας μία καθημερινή στην δουλειά θα το αντέξεις; Πες μου αν θα αντέξεις τον ίδιο σου τον εαυτό.

Είναι ύπουλο πράγμα η μοναξιά κύριε Σοβαρέ και Μετρημένε, τρυπώνει στην ζωή σου και σε τρώει σαν σκουλήκι και δεν το καταλαβαίνεις. Ξέρεις πότε θα το καταλάβεις; Όταν θα είναι πια αργά και θα έχουν μείνει λίγα πράγματα που θα μπορείς να κάνεις.

Την μία πιστεύεις ότι έχεις πολύ δουλειά και δεν προλαβαίνεις, την άλλη πιστεύεις ότι είσαι νέος και έχεις καιρό, μετά πιστεύεις ότι είσαι αρκετά όμορφος και περνάει «η μπογιά» σου ακόμα, μετά βάζεις στόχους και λες όταν θα καταφέρω αυτό ή το άλλο και το παράλλο και περνάει η ζωή κύριε Σοβαρέ και δεν το καταλαβαίνεις.

Περνάει η ζωή και χάνεις τις ευκαιρίες. Δεν λέω ότι εγώ είμαι το ιδανικό ταίρι για σένα, όμως σε ερωτεύτηκα για όλα αυτά τα μικρά πράγματα που δεν ήξερες ούτε εσύ ότι έκανες.

Για εκείνα τα γυαλιά που φορούσες, για εκείνα τα ταλαιπωρημένα παπούτσια, για εκείνο το σκισμένο μπλουζάκι, για εκείνα τα «θηρία» που πάλευες, για εκείνα τα «καληνύχτα» που ποτέ δεν είπες, για εκείνες τις αποστάσεις που πάντα τηρούσες, για εκείνες τις κρυφές ματιές πίσω από την πλάτη μου, για εκείνα τα ακουστικά που ήθελα να σπάσω, για τον «βήχα» σου και για την ατελείωτη αμηχανία σου, για όλα εκείνα τα κόμπλεξ και τις απότομες φορές που μου μιλούσες γιατί ξέρω ότι ήταν άμυνες.